шептала - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

шептала - translation to γαλλικά


шептала      
ж.
pêches séchées
шептало         
  • Схема ударно-спускового механизма револьвера "Наган". Курок изображён на боевом взводе.
  • пехотного ружья образца 1845 года]]. 10: «спуск» (спусковой рычаг) с шепталом, 5:замочная доска.
  • Действие типичного куркового УСМ
came d'armement
шептать      
chuchoter ; murmurer
шептать на ухо - chuchoter à l'oreille

Ορισμός

ШЕПТАЛА
ы, собир., ж.
Сушеные на солнце абрикосы или персики с косточками.||Ср. КУРАГА, УРЮК.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για шептала
1. -- шептала Рита, целуя девочку.-- Ты слышишь меня?
2. - зажимая трубку телефона рукой, шептала молодая девушка.
3. "Провокация", "купленные", "пятая колонна" -- шептала "оранжевая" молодежь.
4. "Ой, смотри, Миша Галустян!" - восхищенно шептала одна.
5. Рядом с ним семенила медсестра и все чего-то шептала и шептала ему, хмуря брови и надувая щеки.